HomeΙΣΤΟΡΙΑ

Οι παλιοί ψαράδες του Πηνειού

Οι παλιοί ψαράδες του Πηνειού

Της Αποστολίας Πάνου

Το ψάρεμα, γνωστό από τις πρώτες πολιτιστικές βαθμίδες της ιστορίας του ανθρώπου στις παραδοσιακές κοινωνίες των παραποτάμιων θεσσαλικών χωριών το εξασκούσαν ντόπιοι, άξιοι, ανήσυχοι, φιλαπόδημοι άνθρωποι, γράφει η Λένα Γουργιώτη που ερεύνησε το θέμα αυτό.

«Η ψαρική δεν ήταν το μοναδικό τους επάγγελμα, αλλά βοηθητικό. Κάθε επαγγελματίας ψαράς είχε τη δική του βάρκα και τα σύνεργα, για να ψαρεύει κι ο καθένας ψάρευε για λογαριασμό του, όριζε τα ψάρια που έπιανε. Μόνο στα νταϊλιάνα δούλευαν δυό ψαράδες συνεταιρικά.

Το νταΐλιάνι-τούρκικη λέξη(νταλιάν–dalyan), ή αλλιώς υδατοφράχτης, ήταν μια κατασκευή των ψαράδων μέσα στο ποτάμι, για να παγιδέψουν τα ψάρια. Αυτό γινόταν τον Αύγουστο στα πεσμένα νερά του Πηνειού και έπρεπε να τελειώσει πριν τα πρωτοβρόχια, οπότε άρχιζε και η εποχή του ψαρέματος.

Ο ένας ψαράς έπρεπε να προσέχει να μη γεμίζει ξύλα και σκουπίδια το καλαμωτό κι έπρεπε ακόμα να μαζεύει τα ψάρια κι ο άλλος θα τα μετέφερε με τη βάρκα.

Στα νταΐλιάνια έφτιαχναν μια πέτρινη καλύβα με στέγη από καλάμια (για παράδειγμα στο στενό της Ροδιάς ), για να κοιμάται εκεί το βράδυ ο ένας από τους δύο ψαράδες. Σήμερα δεν υπάρχουν πολλά νταϊλιάνια ή και καθόλου.

Στο στενό της Ροδιάς κατεβαίνοντας προς τα Τέμπη υπήρχαν μεγάλα νταϊλιάνια και μεταξύ των άλλων ήταν του Χρήστου και Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στη θέση Παλαιόκαστρο, του Θεόδωρου Βασιλείου στη θέση Μπουγιατζή κοντά στο εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου, όπου στις 2 Μαΐου πήγαινε με βάρκες πολύς κόσμος στο πανηγύρι. Το νταϊλιάνι αυτό ήταν ιδιοκτησία του Γιάννη Μόρα από τα Δελέρια.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας υπήρχε εκεί βιοτεχνία χρωμάτων με πρώτη ύλη βαλανίδια από δρυς και πουρνάρια, άφθονα στην περιοχή κι έτσι πιθανόν πήρε το όνομά της η τοποθεσία, αν και υπάρχει κι άλλη εκδοχή (Μπογάζι< τουρ. bogaz =λαιμός, στενά).

Το ψάρεμα γίνεται όλο το χρόνο. Η καλύτερη εποχή από 15 Μαρτίου περίπου, όταν φουσκώνουν τα κλαδιά στα δέντρα και το Φθινόπωρο, μετά τις πρώτες βροχές, είναι καλή εποχή για ψάρεμα στο ποτάμι.

Και στις γιορτές του Ευαγγελισμού και των Βαΐων ψάρευαν πολύ, για να εξασφαλίσουν ψάρια για όλους, επειδή η θρησκεία μας επιτρέπει το ψάρι στην περίοδο της Σαρακοστής μόνο σ’ αυτές τις δύο γιορτές.

Οι ψαράδες του Πηνειού ψαρεύουν με αγκίστρια, πετονιές ή ριχτές με βουτηστές (σκοινί λεπτό και μακρύ) ή περαστά και κρεμαστά. Το καλάμι είναι νεότερη επινόηση για τους ερασιτέχνες.

Τα σπουδαιότερα εργαλεία, όμως, είναι τα δίχτυα, νταούλια, πεζόβολα και δύο βοηθητικά, η απόχα και η φυλακή, κλουβί από δίχτυ, κι εκεί τα φύλασσαν ζωντανά 2-3 μέρες μέχρι να τα πουλήσουν (στη Ροδιά το λέγαν χεροβόλι). Τα σύνεργα ήταν χειροποίητα.

Ο καθένας ψαράς τα κατασκεύαζε μόνος με λίγα έξοδα, γνώση και πολύ κόπο. Αγόραζε νήμα βαμβακερό γιαννιώτικο, έπλεκε τα δίχτυα τις μεγάλες νύχτες του χειμώνα με σαΐτες που τις πελεκούσε ο ίδιος από λεπτό ξύλο.

Αγόραζε και αγκίστρια, βαρίδια, φελλούς. Μάζευε κατάλληλες βέργες λυγαριάς για τα κοφίνια και για ορισμένα από τα δίχτυα αγόραζε πίσσα, ακόμα και το κουπί της βάρκας πολλές φορές το έφτιαχνε μόνος του.

Τη βάρκα του Πηνειού, όμως, την κατασκεύαζε πάντοτε ειδικός τεχνίτης, ξυλουργός με πεύκο και με έλατο, μαλακά ξύλα, κατάλληλα για την κατασκευή βάρκας Πηνειού.

Ονομαστοί ξυλουργοί που κατασκεύαζαν βάρκες ήταν ο Κώστας Μαργαρίτης στη Ροδιά, ο Κώστας Μαλλιαρής στην Αμυγδαλέα, ο Αστέριος Ριζούλης στους Γόννους κ.α. Με τον καιρό, όμως, εκλείπουν οι ξυλουργοί της Λάρισας, δεν ξέρουν να φτιάχνουν ποταμόβαρκα, δεν έχει και ζήτηση.»

Ο Κώστας Μαργαρίτης -αναφέρει η Λ. Γουργιώτη- ξυλουργός, κάτοικος Ροδιάς, να πώς περιγράφει την ποταμόβαρκα: «η βάρκα έχει σχήμα ατρακτοειδές, το μήκος 6 μέτρα και το πλάτος 1 μέτρο, στη μέση και στις άκρες στενεύει σε 8 εκατοστά. Τα πλαϊνά έχουν ύψος 0,45μ. στη μέση και στις άκρες  0,60 μ.

Ο πάτος απ’ όπου αρχίζει ο ξυλουργός να κατασκευάζει τη βάρκα είναι  επίπεδος με μικρή ανύψωση στις πρύμνες, 12 εκατοστά από την επιφάνεια του νερού κι αυτό, για να γλιστράει με άνεση στο ποτάμι. Το κουπί είναι 2,20 μ. μακρύ. Αποτελείται από το ξύλο και την παταριά, δηλαδή το τμήμα που μπαίνει στο νερό.

Η παταριά γίνεται από σκληρό ξύλο, οξιά, καστανιά, καραγάτσι. Το κουπί δεν πισσώνεται, μια σανίδα 0,75 επί 0,15 μ. στρογγυλεμένη στις άκρες με μια εγκοπή κατά μήκος, όπου προσαρμόζεται το ξύλο.

Με τη βάρκα ο ψαράς μεταφέρει τα σύνεργά του, ρίχνει τα δίχτυα και αγκίστρια στο ποτάμι, μεταφέρει ξύλα και κούτσουρα που βρίσκει στο ποτάμι και τα πάει στο σπίτι για κάψιμο, καθώς και όλα τα αναγκαία υλικά, για να στήσει το νταϊλιάνι στο ποτάμι.

Όσο για τα ψάρια στο τραπέζι…το ψάρι γολιανός είναι το ψάρι βασιλιάς, βραστό με το καλύτερο ζουμί, τα σαζάνια, τα χέλια, που  τα μαγείρευαν οι γυναίκες πλακί στη γάστρα με σκόρδα, κρεμμύδι, μαϊντανό.

ntailiani pineios

Νταϊλιάνι στον Πηνειό

‘’Το χέλι το γδέρναμε αρχίζοντας απ’ το λαιμό χωρίς να ξεκολλήσουμε το δέρμα στην ουρά, το γεμίζαμε με σκόρδο, ρίγανη και στραγάλι στουμπισμένο, ρίχναμε και λίγο λεμόνι. Ύστερα, ξαναφέρναμε το δέρμα στη θέση του και το σουβλίζαμε. Τι νοστιμιά ήταν εκείνη’’ λένε οι παλιοί ψαράδες, ο Γιώργος Εμμανουήλ απ’ τη Ροδιά και ο Κώστας Μαριορής από την Αμυγδαλή.

Η Δήμητρα Μαργαρίτη,  μάνα του Αντώνη και του Δημήτρη Μαργαρίτη από τη Ροδιά πρόσθεσε: ‘’τα χέλια θέλουν αγριόχορτο (μάραθο), για να τους κοπεί η μυρωδιά και να γίνουν νόστιμα.

Τα χέλια τα κάνει νόστιμα και το ψήσιμο στην πλάκα. Σε μια γούρνα (λακκούβα) ανάβαμε φωτιά και επάνω βάζαμε μια πλάκα (επίπεδη πέτρα), στην καμένη πλάκα βάζαμε το χέλι, το σκεπάζαμε με κεραμίδες, πάνω στις οποίες βάζαμε κάρβουνα και το αφήναμε να ψηθεί 2-3 ώρες.’’

Οι ψαράδες που βασικά ήταν και γεωργοί είχαν ζωή πλούσια σε δράση. Οι πολλές ανάγκες που αντιμετώπιζαν, τους έκαναν παρατηρητικούς, εύστροφους με γρήγορες αντιδράσεις, ένιωθαν άνετα στην ύπαιθρο, αντιμετώπιζαν τη φύση απλά και γενναία.

Οι καταιγίδες και τα αστροπελέκια τους έκαναν καρτερικούς. Ποτέ δε βιάζονταν. Μάθαιναν να προμαντεύουν τον καιρό από τη συμπεριφορά των ψαριών. Σιγουριά, ελευθερία και αυτοπεποίθηση αισθάνονταν.

Κοιμούνταν στο καλύβι ή σε σκηνή. Ξενυχτούσαν πάνω στο καλαμωτό, νταϊλιάνιο. ‘’Απ’όλα τα καλά έχει τούτη η γη, μα οι άνθρωποι έγιναν άπληστοι τώρα’’, λένε κουνώντας μελαγχολικά το κεφάλι οι παλιοί ψαράδες του Πηνειού…

Φωτογραφία εξωφύλλου: Ψαρόβαρκα στον Πηνειό. Του Τάκη Τλούπα

Στοιχεία από το βιβλίο μου: Η Ροδιά την ιστορική διαδρομή της Θεσσαλίας

[quads id=5]