HomeΙΣΤΟΡΙΑ

Μικρασιάτες πρόσφυγες (1922) στη Μαγνησία Θεσσαλίας

Μικρασιάτες πρόσφυγες (1922) στη Μαγνησία Θεσσαλίας

Της Αποστολίας Πάνου

 

Αργά την νύχτα της 18ης προς 19η Σεπτεμβρίου 1922, «κατέπλευσε εις τον λιμένα μας το υπερωκεάνειο “Μεγάλη Ελλάς” φέρον πρόσφυγας εκ Σμύρνης.

Έτσι έλεγε η μικρή σημείωση στην ΘΕΣΣΑΛΙΑ της Δευτέρας 19 Σεπτεμβρίου 1922, που μόλις είχε πρoλάβει να μπει στο πιεστήριο της εφημερίδας. Κατά τας πρωινάς ώρας κατέπλευσεν ο «Μιλτιάδης» και κατόπιν η «Βιθυνία» αμφότερα με χιλιάδες, και τέλος περί το απόγευμα ο «Μαίνανδρος» με 2.800 άλλους πρόσφυγας … (Από τον τοπικό τύπο) και ‘’…Το μαύρον αυτό κύμα, μας το απέστειλεν η αντίπεραν του Αιγαίου ακτή…’’ Τάκης Οικονομάκης.

Η καταστροφή της Σμύρνης, της ‘’κοσμοπολίτικης ελληνικής πόλης’’ και μητρόπολης του Μικρασιατικού Ελληνισμού είναι γεγονός. Η μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή που έπληξε την περιοχή μας και από τις μεγαλύτερες αναγκαστικές  μετακινήσεις πληθυσμών στη σύγχρονη Ιστορία ‘’άλλαξε τον ρουν της Ιστορίας της Ελλάδας και ήταν εξίσου σημαντική και για τη Δύση’’.

 Και, φυσικά, σηματοδότησε το τέλος της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που παραχώρησε τη θέση της στο μονοεθνικό τουρκικό κράτος. Καθοριστική για την εξέλιξη αυτή ήταν η πολιτική του κινήματος των Νεότουρκων εθνικιστών, που εκδηλώθηκε το 1908 και από το 1911 αποφάσισαν σε συνέδριό τους στην οθωμανική Θεσσαλονίκη να ακολουθήσουν πολιτική καταπίεσης των χριστιανικών κοινοτήτων, με στόχο την εξάλειψή τους. Όσοι δεν εξοντώθηκαν (Έλληνες της Ανατολής, Αρμένιοι, Ασσυροχαλδαίοι) υποχρεώθηκαν να εκπατριστούν.

 Υποστηρικτές τους στα σχέδια αυτά στάθηκαν οι Γερμανοί, που επιδίωξαν το ξαναμοίρασμα του παλιού  κόσμου των αγορών και την οικονομική κυριαρχία τους στην Εγγύς Ανατολή με την εξαφάνιση των μόνων ανταγωνιστών τους, των Ελλήνων και των Αρμενίων. Άλλωστε, η συμμετοχή τους στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ευνόησε αυτή την πολιτική των δύο συμμάχων.

 Και, όσο αυτοί υλοποιούσαν τις μεθοδεύσεις τους -ήδη από το 1914 είχαν αρχίσει οι ομαδικές διώξεις  κατά των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και της Ιωνίας και το 1916 κατά των περιοχών του Δυτικού Πόντου- η Ελλάδα θα έμπαινε στη δίνη του εθνικού διχασμού με αφορμή τη στάση της στον Α’ΠΠ (ουδετερότητα οι φιλογερμανοί φιλομοναρχικοί, συμμετοχή στον πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων-Αντάντ, οι φιλοβενιζελικοί).

Η ρήξη των στρατηγικών βασιλιά και πρωθυπουργού είχε αρνητικές επιπτώσεις στα γεγονότα που ακολούθησαν. Δηλαδή, με  την ήττα της Αντάντ στην Καλλίπολη (1915-1916), όπου δεν μπόρεσε να συνδράμει η ουδέτερη ακόμα Ελλάδα, απέτυχαν να αποτρέψουν τα σχέδια των Νεοτούρκων για εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών.

Επιπλέον, με την κυβερνητική αλλαγή στις εκλογές του 1920, τέθηκε εκτός κεντρικής πολιτικής ο Βενιζέλος, ο κύριος συνομιλητής των Δυτικών συμμάχων, οι οποίοι είχαν οικονομικά συμφέροντα στη Μικρά Ασία, όπου ακόμα κλιμακώνονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις στο μικρασιατικό μέτωπο… παρά τις προεκλογικές υποσχέσεις για τον τερματισμό τους.

Αντιθέτως, η επαναφορά του βασιλιά Κωνσταντίνου έστρεψε τους συμμάχους σε επαφές και συμφωνίες με τον ηγέτη των Τούρκων εθνικιστών, τον Μουσταφά Κεμάλ, τον διαφαινόμενο νικητή και πρωταγωνιστή των εξελίξεων στην περιοχή.

Εξάλλου, η υποβάθμιση των έμπειρων αξιωματικών και η αντικατάστασή τους  σε επιτελικές θέσεις από ανεπαρκείς αξιωματικούς συνέτεινε στην κατάρρευση του μετώπου.

Η πυρπόληση της Σμύρνης αποφασίστηκε, γιατί…’’αν έμεναν τα κτήρια στη θέση τους, δεν θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε από τις μειονότητες…’’(Falih Rifki Atay). Και, παρά την απαγόρευση από την πλευρά της  ελληνικής κυβέρνησης να εγκαταλείψει ο ελληνικός πληθυσμός τη Μικρά Ασία, μεγάλο κύμα προσφύγων άφησε για πάντα τα πατρογονικά χώματα και πριν από την ανταλλαγή πληθυσμών που προέβλεπε η Συνθήκη της Λωζάνης (1923).

Ο τοπικός τύπος της πόλης του Βόλου περιγράφει: ‘’Από τας πρωινάς ώρας, ήρχισεν η αποβίβασις των προσφύγων δια λέμβων,  δια φορτηγίδων και μικρού ατμοπλοίου. Οι αποβιβαζόμενοι, άλλοι έκλαιον, άλλοι εσταυροκοποιούντο, άλλοι φιλούσαν το χώμα που τους εδέχετο και εις άλλων το πρόσωπον ερώδιζεν ένα αίσθημα ανακουφίσεως ότι ετερματίσθη η φρικώδης κόλασις των απεριγράπτων μαρτυρίων του τελευταίου μηνός’’.

Με την τραγικότητα των αγρίων ημερών που επέρασαν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο τους, κουρέλια ανθρώπινα εντός ολίγου ήρχισαν να πυκνώνουν στο κεφαλόσκαλο, και το Ακταίο, ολοένα πληθυνόμενοι και απλωνόμενοι εις όλη σχεδόν την παραλία. Έπειτα οι κάθετοι δρόμοι τους εδέχοντο και όλα τα πεζοδρόμια των πρώτων παραλιακών τετραγώνων εδέχθησαν προχείρως προσφυγικάς εγκαταστάσεις. »

Και όπως σε κάθε τραγική κατάσταση – αλλού έρχεται στην επιφάνεια η μεγαλοσύνη του ανθρώπου και αλλού ξεπροβάλλει το μαύρο πρόσωπο της εκμετάλλευσης.  Έτσι στο ίδιο άρθρο η ΘΕΣΣΑΛΙΑ μας λέει για την «Σκόπελον, όπου οι κάτοικοι έδειξαν υπέροχον διαγωγήν  ανοίξαντες τα σπίτια τους και προσφέραντες κάθε περίθαλψιν» σε 1500 πρόσφυγας. Και δυό αράδες πιο περα αναφέρει για τα «καθάρματα που εις όλην αυτήν την τραγωδίαν αντίκρυσαν ευκαιρίαν εκμεταλλεύσεως .. με την αλλαγήν των τουρκιών λιρών για 15, 12, 10 και 8 δραχμάς … ενώ η τιμή της ελευθέρας αγοράς ήταν υπέρ τας είκοσι…

Αισχρότατη διαγωγήν έδειξαν και μερικοί μανάβηδες πωλούντες προς 4 δρχ τα σταφύλια… Ένας αμαξάς όστις μετέφερε ένα ασθενές παιδί πρόσφυγος εις το νοσοκομείο δεν ηρκέσθη να πάρη μία λίρα αλλά και του άρπαξε το μπόγο που είχε διασώση από τους τσέτας…

Το φρικτό αυτό θέαμα εγέννησε την γενικήν αγανάκτησιν συνεπεία της αδρανείας των αρχών, αίτινες δεν έδειξαν την προνοητικότητα που εχρειάζετο…. Μόνο οι κ.κ. Χονδρόπουλος καπνέμπορος και Δημ. Στ. Παπαγεωργίου βιομήχανος έσπευσον να αγοράσουν εξ ιδίων των σεβαστή ποσότητα συμπυκνωμένου γάλακτος και άλλων τινών ειδών δια τα παιδιά των προσφύγων, τα οποία και διένεμαν».

ploio 1922 volos

Το υπερωκεάνειο “Μεγάλη Ελλάς” μεταφέρει 8.000(;) πρόσφυγες στο Βόλο (1922)

Πρόσφυγες κατέπλευσαν στο λιμάνι του Βόλου, διότι ο Βόλος ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν ένα σταθερά ανερχόμενο βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο. Άνδρες και γυναίκες αποτέλεσαν φθηνό εργατικό δυναμικό στις βιομηχανικές επιχειρήσεις.

Αρκετοί ήταν οι πρόσφυγες που προέρχονταν από τα παράλια της Μικράς Ασίας και ασχολήθηκαν με τη ναυτιλία. Βρήκαν δουλειά στο λιμάνι του Βόλου ως ναυτικοί, λιμενεργάτες, αλιείς, αλλά και ιδιοκτήτες πλοιαρίων.

Άλλοι πάλι άρχισαν να δημιουργούν σιγά–σιγά εμπορικά μικρομάγαζα αρχικά  στον συνοικισμό του Ξηρόκαμπου, που ονομάστηκε Νέα Ιωνία. Άνοιξαν παντοπωλεία, καφενεία, τσαγκάρικα, αρτοποιεία και κουρεία τα οποία εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της προσφυγικής κοινωνίας. Άλλοι δε κατάφεραν να μεταφέρουν από τη Μικρά Ασία τα κεφάλαια των επιχειρήσεών τους και να τις ανασυγκροτήσουν στον Βόλο.

Η αποδοχή και η ενσωμάτωσή τους στην τοπική κοινωνία θα αργήσει να συμβεί. Η προσφυγιά δεν είναι καλοδεχούμενη ιδιαίτερα από μια φτωχή χώρα, αλλά οι μνήμες, η αλληλεγγύη μεταξύ τους, ο σκληρός αγώνας να σταθούν στα πόδια τους, η περηφάνια για την ταυτότητα και τη συμβολή  τους στην πρόοδο της καινούριας πατρίδας, σιγά-σιγά καταλαγιάζουν τον πόνο από το τραύμα της εγκαταλειμμένης πατρίδας.

Πηγές:

Αξιοποιήθηκε το βιβλίο του Βλάση Αγτζίδη, ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Από τη Λούξεμπουργκ και τον Γληνό, στην ήττα και το τραύμα

 Εκδόσεις, Historical  Quest

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΕ

Το άρθρο του ιστορικού Αθανάσιου Λαμπρόπουλου: Η εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στη Νέα Ιωνία Βόλου

Πηγές:

taxydromos.gr  

mikrasiatis.gr

*Στην Κεντρική Φωτογραφία: Πρόσφυγες στις αποθήκες, 1923-1924. (συλλογή Πολιτιστικού Συλλόγου Μικρασιατών Μαγνησίας «Το Εγγλεζονήσι»)ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΕΙΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ ΔΗΜΟΥ ΒΟΛΟΥ