Στις 12 Δεκεμβρίου 1803, οι Σουλιώτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το ηρωικό Σούλι, έπειτα από έναν χρόνο σκληρής πολιορκίας από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Αν και υπήρξε συμφωνία για ειρηνική αποχώρησή τους, ο Αλή Πασάς δεν τήρησε τον λόγο του και διέταξε την καταδίωξή τους, με σκοπό την πλήρη εξόντωσή τους.
Οι Σουλιώτες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, με μία από αυτές να κατευθύνεται προς το Ζάλογγο. Εκεί, στο μοναστήρι που βρίσκεται στην κορυφή του βουνού, άντεξαν γενναία για δύο ημέρες (16 και 17 Δεκεμβρίου) απέναντι στις συνεχείς επιθέσεις των στρατευμάτων του Αλή Πασά. Ωστόσο, την τρίτη ημέρα η άμυνά τους κατέρρευσε. Άλλοι αιχμαλωτίστηκαν, κάποιοι παραδόθηκαν και ελάχιστοι κατάφεραν να διαφύγουν.
Μια μικρή ομάδα, αποτελούμενη από περίπου 60 γυναίκες με τα παιδιά τους και 10 άνδρες, ανέβηκε σε έναν απόκρημνο βράχο. Μπροστά στο αδιέξοδο και την προοπτική της αιχμαλωσίας, οι γυναίκες πήραν μια απόφαση που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως σύμβολο ελευθερίας και ηρωισμού: πρώτα έριξαν τα παιδιά τους στον γκρεμό για να μην πέσουν στα χέρια των διωκτών τους και στη συνέχεια, πιάστηκαν χέρι-χέρι και έπεσαν και οι ίδιες στο κενό.
Η πράξη τους, γνωστή ως «Ο Χορός του Ζαλόγγου», παραμένει μέχρι σήμερα μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Οι μαρτυρίες αναφέρουν πως οι γυναίκες σχημάτισαν έναν κύκλο, χορεύοντας πριν το μοιραίο άλμα, εξού και η ονομασία «χορός».
Το Ζάλογγο έγινε διαχρονικό σύμβολο ηρωισμού, αυταπάρνησης και αυτοθυσίας για την ελευθερία. Η πράξη αυτή ενέπνευσε την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και συνεχίζει να συγκινεί, υπενθυμίζοντας την αδιαπραγμάτευτη δίψα του ελληνικού λαού για ελευθερία.