HomeΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τσίπρας: Νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και προοδευτική κυβέρνηση την επόμενη μέρα

Είναι ιδιαίτερη η χαρά μου και είμαι ιδιαίτερα ευτυχής κάθε φορά που βρίσκομαι εδώ, στη Θεσσαλονίκη απέναντί σας στη Διεθνή Έκθεση.
Ωστόσο η δεύτερη συνεχόμενη Έκθεση σε συνθήκες πανδημίας, χωρίς τη μαζική συμμετοχή των θεατών, πέρυσι ήταν άδεια, σήμερα βλέπω ότι παρά το γεγονός ότι είμαστε λιγότεροι, ουσιαστικά είναι ένα θερμό κλίμα.
Επιλέξαμε φέτος να δώσουμε τιμής ένεκεν τις πρώτες θέσεις, σε αυτή την καθιερωμένη ετήσια εκδήλωση και ομιλία σε ανθρώπους της κοινωνίας. Σε ανθρώπους που δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή.
Στις πρώτες θέσεις κάθονται εκπρόσωποι από τον χώρο των υγειονομικών, γιατροί, νοσηλευτές, αλλά βεβαίως και εκπρόσωποι όλων των παραγωγικών φορέων, διότι θέλαμε με αυτό τον τρόπο να αναδείξουμε την ανάγκη να απευθυνθούμε σε αυτούς που σήμερα δίνουν την μάχη της καθημερινότητας.
Είναι λοιπόν διαφορετική και αυτή η Έκθεση, όπως και η περσινή. Πολλά πια δεν είναι όπως πριν. Εδώ και ενάμιση χρόνο η ζωή μας άλλαξε δραματικά. Άλλαξε η καθημερινότητα, τα συναισθήματα αλλά και η ιεράρχηση των αναγκών και των αξιών μας.
Και δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι το βασικό συναίσθημα που σήμερα νιώθει η κάθε Ελληνίδα και ο κάθε Έλληνας είναι η ανασφάλεια. Ανασφάλεια για την υγεία και τη ζωή, αλλά και για την αξιοπρεπή διαβίωση. Το σήμερα και το αύριο, το δικό μας και κυρίως των παιδιών μας. Της νέας γενιάς που, σε αντίθεση με τις δικές μας γενιές, αντικρίζει ένα μέλλον δυσοίωνο. Ανασφάλεια για τις σπουδές. Ανασφάλεια για την εργασία και τον μισθό. Ανασφάλεια για τη σύνταξη και τη υγειονομική περίθαλψη.
Αυτό είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που έφερε η νέα εποχή των πολλαπλών κρίσεων, της πανδημικής, της κλιματικής και της οικονομικής κρίσης.
Αλλά σήμερα γίνεται πια φανερό ότι στη πατρίδα μας αυτή την ανασφάλεια την πολλαπλασιάζει, τη μεγεθύνει, τη μετατρέπει σε φόβο, μια κυβέρνηση που εφαρμόζει μια πολιτική ακραία μεροληπτική για τα συμφέροντα των ισχυρών.
Μια πολιτική που καταστρέφει ανθρώπους και παραγωγικές δυνάμεις. Και διευρύνει ραγδαία τις κοινωνικές ανισότητες.
Και το κρίσιμο ερώτημα είναι: Μπορούμε με τα παλιά εργαλεία να αντιμετωπίσουμε τις νέες προκλήσεις; Να βάλουμε ένα τέλος σε αυτή τη πορεία; Να αντικαταστήσουμε την ανασφάλεια και τον φόβο, με το αίσθημα της ασφάλειας και της ελπίδας;
Μπορεί το πολιτικό μας σύστημα, τα κόμματα, το κράτος, οι κοινωνικές μας οργανώσεις, να απαντήσουν στο σήμερα ακολουθώντας τη πεπατημένη του χθες; Σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα; Ακολουθώντας τον δρόμο μιας μίζερης ανταλλαγής ρητορικών πυρών; Χρεώνοντας ο ένας στον άλλο την ευθύνη αλλά χωρίς την ίδια ώρα να έχουμε να προτείνουμε ένα δρόμο ριζικά διαφορετικό; Μπορούμε;
Η απάντησή μου είναι ΟΧΙ. Έτσι δεν μπορούμε.
Τα προβλήματα της χώρας και των πολιτών είναι τόσο μεγάλα και η κρίση τόσο υπαρξιακή, που υπερβαίνουν τις παλιές πολιτικές συνταγές και τις ρητορικές και επικοινωνιακές συμβάσεις.
Χρειάζεται επειγόντως μια επιστροφή της πολιτικής έναντι της επικοινωνίας. Και χρειάζεται τόλμη για μεγάλες τομές και υπερβάσεις, που έχει ανάγκη ο τόπος. Κανένα τέχνασμα επικοινωνίας δεν μπορεί σήμερα να καλύψει το κενό ανάμεσα στη πολιτική και τη κοινωνία. Και να εκτονώσει τη κοινωνική δυσαρέσκεια που γεννούν πολιτικές με πρόσημο βαθύτατα ταξικό και αντιλαϊκό που εφαρμόζονται.
Χρειάζεται λοιπόν τόλμη, αλλά και αρετή, για να μη φοβηθούμε να αντικρίσουμε το πρόβλημα με ματιά κριτική αλλά ταυτόχρονα και αυτοκριτική.

 
Η Ελλάδα δεν χτίστηκε από τους νεόπλουτους ούτε από τους βαθύπλουτους δήθεν ευεργέτες που στη κρίση όμως έβγαλαν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό και επενδύουν σήμερα τα λεφτά τους σε οφσόρ για να μη φορολογούνται.
Η Ελλάδα φτιάχτηκε από αυτούς που με τον ιδρώτα τους βγάζουν το μεροκάματο και από όσους άδραξαν την ευκαιρία μιας καλύτερης ζωής με εντιμότητα και αξιοπρέπεια. Τους εργαζομένους και τη μεσαία τάξη. Από αυτούς φτιάχτηκε η Ελλάδα. Αυτοί την κράτησαν στις δύσκολες στιγμές. Οι άνθρωποι του μόχθου, της παραγωγής και της δημιουργίας.
Ποιοι είναι όμως όλοι αυτοί; Ποια είναι στα αλήθεια αυτή η μεσαία τάξη που ξαφνικά τόσο συγκίνησε εκείνους που λίγα χρόνια πριν, τους έριχναν τα βάρη της χρεοκοπίας και τους έλεγαν «μαζί τα φάγαμε»; Θυμάστε.
Είναι μήπως αυτοί που έχουν τόσο μεγάλα κέρδη και ωφελήθηκαν καθόλου από τις φοροελαφρύνσεις στα μερίσματα και στα κέρδη των επιχειρήσεων; Ή είναι αυτοί που έχουν από 800.000 ακίνητη περιουσία να μεταβιβάσουν σε κάθε τους παιδί; Όχι δεν είναι αυτοί.
Αυτοί είναι η τάξη και οι συνδαιτυμόνες του κ. Μητσοτάκη. Για τα συμφέροντα των οποίων εργάζεται. Δεν είναι αυτή η μεσαία τάξη. Μεσαία τάξη, είναι οι άνθρωποι που ξυπνάνε το πρωί να πάνε στη δουλειά, στη βιοτεχνία, στο μαγαζί. Είναι αυτοί που ζουν από τον κόπο τους. Είναι ο κορμός της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτούς τους ανθρώπους, όμως, πρωτίστως εξαπάτησε ο κ. Μητσοτάκης το 2019. Τους υποσχέθηκε λιγότερους φόρους, καλύτερες δουλειές και περισσότερη ασφάλεια. Και σήμερα, δυο χρόνια μετά, όχι μόνο δεν τήρησε τις υποσχέσεις του, αλλά έκανε τα πράγματα πολύ χειρότερα.
Αντί για λιγότερους φόρους, η ελληνική κοινωνία βρέθηκε αντιμέτωπη με μια βαθιά ύφεση, στασιμότητα μισθών, μείωση εισοδημάτων και πλέον μπροστά σε ένα τεράστιο κύμα ακρίβειας που πλήττει την αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων, των μισθωτών, των αγροτών, των ελεύθερων επαγγελματιών.
Αντί για καλύτερες δουλειές, έχουμε τη γενίκευση ενός εργασιακού μεσαίωνα. Με κατάργηση της 8ωρης εργασίας, με νομιμοποίηση των απλήρωτων υπερωριών, με αποκαθήλωση των εργασιακών δικαιωμάτων και με καθήλωση του κατώτατου μισθού.
Και αντί για ασφάλεια, ο μέσος πολίτης βιώνει μια πρωτοφανή αίσθηση γενικευμένης ανασφάλειας.
Με τη ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας, τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και του ΕΣΥ, μεσούσης της πανδημίας, την παταγώδη αποτυχία του δήθεν επιτελικού κράτους, όπως τη ζήσαμε όλοι και όλες, δυστυχώς, το φετινό καλοκαίρι.
Και έτσι οι λιγότεροι φόροι, έγιναν λιγότερα χρήματα στις τσέπες των πολιτών. Οι καλύτερες δουλειές, έγιναν κακοπληρωμένες δουλειές σε χειρότερες συνθήκες. Η ασφάλεια, έγινε γενικευμένη ανασφάλεια, οριζόντια στην ελληνική κοινωνία.
Και όλα αυτά δεν συνέβησαν τυχαία. Δεν πρόκειται περί αστοχιών ή ανεπάρκειας κάποιων υπουργών. Όλα αυτά είναι οι συνέπειες μιας συνειδητής πολιτικής επιλογής, η σύλληψη και η εκτέλεση της οποίας, είναι αποκλειστικά έργο του κ. Μητσοτάκη.
Γιατί ο κ. Μητσοτάκης, συνειδητά επέλεξε για ποιους και πώς θα κυβερνήσει τον τόπο. Δεν κυβερνά για τη πλειοψηφία των Ελλήνων. Δεν κυβερνά ούτε καν για όσους τον εξέλεξαν. Κυβερνά για λογαριασμό μιας μικρής μειοψηφίας. Για μια ελίτ λίγων και ισχυρών που επανήλθε στο τιμόνι της χώρας, για να ιδιοποιηθεί τις θυσίες και τους κόπους αυτών που πλήρωσαν την κρίση. Και τρέφεται από το κρατικό χρήμα, επιβάλλοντας δημόσια ρύθμιση για τα ιδιοτελή της συμφέροντα.
Αυτό δείχνουν οι επιλογές του για το εργασιακό νομοσχέδιο που σχεδιάστηκε κατά παραγγελία του ΣΕΒ.
Αυτό δείχνουν οι επιλογές του για τη παιδεία και την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στα πανεπιστήμια, που σχεδιάστηκε κατά παραγγελία των ιδιοκτητών κολεγίων.
Αυτό δείχνουν οι επιλογές του για το ασφαλιστικό νομοσχέδιο που σχεδιάστηκε κατά παραγγελία διεθνών και εγχώριων αρπακτικών, που έχουν στόχο να βάλουν στο χέρι στα κεφάλαια της επικουρικής ασφάλισης, χρεώνοντας σε βάθος χρόνου μέχρι και 70 δις ευρώ τα δημόσιο προϋπολογισμό.
Αυτό δείχνουν οι επιλογές του για τον πτωχευτικό νόμο, που σχεδιάστηκε κατά παραγγελία των διεθνών funds, σε συνεργασία με τους πάντα πρόθυμους εγχώριους τραπεζίτες, με στόχο να ρευστοποιήσουν την περιουσία και τα σπίτια των Ελλήνων πολιτών.
Ο κ. Μητσοτάκης κυβερνά επίσης όχι μόνο για τους λίγους και τους ισχυρούς, αλλά και για τον κομματικό του στρατό. Γι’ αυτούς τους λίγους, δήθεν άριστους αλλά κατά βάση αργόμισθους, που βρήκαν ξανά ανοιχτές τις πύλες του κράτους για να στήσουν πάρτι απευθείας αναθέσεων.
Τα γαλάζια golden boys που ως γνήσιοι “αντικρατιστές”, με έξοδα του κράτους χρυσοπληρώνονται για να υπονομεύουν από θέσεις δημόσιας ισχύς το δημόσιο συμφέρον.
Αυτό δείχνει η επιλογή του στο δήθεν επιτελικό κράτος, με τον διπλασιασμό των μετακλητών και των αμοιβών τους.
Αυτό δείχνει και το όργιο των απευθείας αναθέσεων σε υπουργία και γενικές γραμματείες, δύο χρόνια τώρα.
Πέρα όμως από το “για ποιους” κυβερνάει, σημασία έχει και το πώς κυβερνάει. Που είναι ίσως το πιο βαθύ, το πιο δομικό, το ακόμα πιο διαβρωτικό για την ίδια τη δημοκρατία.
Και ο κ. Μητσοτάκης κυβερνά μόνος. Ως άλλος Καίσαρας. Μετατρέποντας το Γραφείο του Πρωθυπουργού στον ένα και μοναδικό πυλώνα της εκτελεστικής εξουσίας. Με υπουργούς διακοσμητικούς, με τη Βουλή σε μόνιμο καθεστώς εξαίρεσης.
Η χώρα κυβερνάται από την αρχή του ενός, με το ψέμα και την προπαγάνδα που πληρώνεται αδρά με κρατικό χρήμα, από τη τσέπη του Έλληνα φορολογούμενου.
Οφείλω να ομολογήσω ότι ποτέ ξανά στη χώρα δεν υπήρξε αυτό το καθεστώς της μονοκαλλιέργειας στη πληροφόρηση.Ποτέ ξανά η Ελλάδα της οθόνης, δεν υπήρξε τόσο διαφορετική από την Ελλάδα της πραγματικής ζωής, στις πόλεις, στις γειτονιές, στους δρόμους και τις πλατείες. Και αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα δημοκρατίας.
Ο κ. Μητσοτάκης όμως κυβερνά, επίσης, με τον αυταρχισμό. Με το δόγμα του νόμου και της τάξης. Με ακραία βία στις πλατείες απέναντι στους νέους. Με απαγορεύσεις διαδηλώσεων και αστυνομία στα πανεπιστήμια.
Κυβερνά με τον διχασμό. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι διαβάλλονται και συκοφαντούνται συστηματικά. Η κριτική εξοβελίζεται με μέσα που θυμίζουν άλλες εποχές.
Και ειδικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας για να αποφύγει τις ευθύνες του για την αποτυχία και για να κρύψει την αδυναμία του να πείσει, διαχωρίζει τους Έλληνες σε υπεύθυνους και ανεύθυνους, βαφτίζει τους νέους ανέμελους και τους φοβισμένους, συλλήβδην σε ψεκασμένους.
Κυβερνά, τέλος, έχοντας χάσει πια το πιο κρίσιμο στοιχείο στη σχέση του με τους πολίτες, που είναι η εμπιστοσύνη. Πώς να εμπιστευτούν οι πολίτες έναν άνθρωπο που αρνείται να αντιμετωπίσει την αλήθεια;
Που οργανώνει φιέστες για τη νίκη επί της πανδημίας, ενώ πολλαπλασιάζονται οι νεκροί.
Που χαμογελά μπροστά στον όλεθρο της φωτιάς.
Και που μόλις την περασμένη βδομάδα από αυτό εδώ το βήμα, πανηγύριζε για τον άνεμο αισιοδοξίας που τάχα φυσά στη χώρα. Αλήθεια, πού φυσά αυτός ο άνεμος και εμείς δεν τον έχουμε δει, δεν τον έχουμε αισθανθεί;
Μήπως φυσάει στα σπίτια των οικογενειών των δεκάδων χιλιάδων μαθητών που έμειναν φέτος εκτός πανεπιστημίων;
Σε αυτά των 120.000 παιδιών που έμειναν εκτός μαζικού αθλητισμού;
Μήπως σε αυτά των 83.000 νέων ζευγαριών που είδαν τα παιδάκια τους φέτος εκτός παιδικών σταθμών και Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης;
Ή άραγε στα σπίτια των πολιτών που τους ήρθε ο λογαριασμός του ρεύματος τον Σεπτέμβρη αυξημένος κατά 40%;
Μήπως αυτός ο άνεμος αισιοδοξίας φυσά στα σχολεία μας, που άνοιξαν για δεύτερη φορά εν μέσω πανδημίας, όπως ακριβώς έκλεισαν, με 25 μαθητές ανά τάξη και με εκατοντάδες κρούσματα την πρώτη κιόλας μέρα της νέας σχολικής χρονιάς;
Στα πανεπιστήμια που ένα χρόνο ασχολήθηκαν πώς θα βάλουν μέσα αστυνομικούς, αλλά αμέλησαν να μεριμνήσουν για να ενισχυθούν σε υποδομές και καθηγητές;
Στα ερημωμένα χωριά της Εύβοιας που οι πολίτες δεν ξέρουν πού και πώς θα ζήσουν;
Στα εμπορικά καταστήματα και στην εστίαση που ενάμιση χρόνο μετρούν ζημιές και τρέμουν τη μέρα που θα αρθεί η αναστολή πληρωμών;
Ή μήπως στα νοσοκομεία όπου γιατροί σε ΜΕΘ παραιτούνται γιατί δεν αντέχουν άλλο, αφού δεν έχει προστεθεί ούτε ένας μόνιμος στο ΕΣΥ εδώ και δυο χρόνια;
Ο κ. Μητσοτάκης κάθε μέρα που περνά κάνει δυσκολότερη τη ζωή ολοένα και περισσότερων Ελλήνων. Και λυπάμαι αλλά ο μόνος άνεμος που έχει αρχίσει να φυσά και θα φυσά ολοένα και πιο δυνατά, θα είναι ο άνεμος της κοινωνικής αποδοκιμασίας και της οργής.
Στόχος και στοίχημα δικό μας, να μετατρέψουμε τη λαϊκή οργή σε θετική δύναμη αλλαγής. Γιατί νέα αρχή δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη κοινωνία όρθια, ώριμη και αποφασισμένη να μπει μπροστά για να αλλάξει τα πράγματα. Δεν αρκεί μόνο η οργή.
Σήμερα λοιπόν έχω σκοπό να σας περιγράψω τους βασικούς άξονες του σχεδίου μας για αυτή τη νέα αρχή που έχει ανάγκη ο τόπος.
Και θέλω να ξεκινήσω από αυτό που καταστράφηκε ολοσχερώς τον περασμένο Αύγουστο, μαζί με εκατομμύρια στρέμματα δάσους, φυσικού περιβάλλοντος. Από το δήθεν επιτελικό κράτος του κ. Μητσοτάκη.
Απέναντι στο αποτυχημένο, αναποτελεσματικό κι αυταρχικό μοντέλο διακυβέρνησης του δήθεν επιτελικού κράτους, εμείς λέμε ότι χρειαζόμαστε ένα Δυνατό, αποτελεσματικό και Ανθρώπινο Κράτος. Όχι ένα κράτος για λίγους, αλλά εγγυητή της κοινωνικής συνοχής. Όχι ένα κράτος λάφυρο, αλλά στήριγμα όλων στην καθημερινότητα, και στην ανάγκη του πολίτη.
Ένα κράτος που δεν θα χειραγωγείται υπόγεια ή ανοιχτά από τις ελίτ, και δεν θα επιτρέπει στους ισχυρούς να το εκμεταλλεύονται ως εργαλείο της ιδιοτέλειάς τους. Ένα κράτος όπου όσοι ασκούν την εξουσία θα λογοδοτούν και θα αξιολογούνται. Όπου η αυθαιρεσία δεν θα καλύπτεται, η ανικανότητα θα κρίνεται και η διαφθορά θα τιμωρείται. Ένα κράτος δίκαιο στον πυρήνα του, γιατί δίκαιο σημαίνει πρωτίστως ότι υπηρετεί αυτούς που το συντηρούν.
Με αυτά ως γνώμονα, έχουμε σχεδιάσει μια ριζική τομή σε δομές, διαδικασίες και νοοτροπία για ένα Νέο Μοντέλο Διακυβέρνησης, βασισμένο στις αρχές και τις αξίες της αξιοκρατίας, της διαφάνειας, της αποτελεσματικότητας.
Στόχος και επιλογή μας, στη θέση του δήθεν επιτελικού αυταρχικού κράτους να οικοδομήσουμε το Αποτελεσματικό Δημοκρατικό Κράτος. Μακριά από τις ελίτ, τον κομματισμό, το ρουσφέτι, τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, τη διαφθορά.