Ως καλή προμηνύεται σε γενικές γραμμές η φετινή χρονιά για τα οινοστάφυλα και κατ’ επέκταση την οινοπαραγωγή.
Λόγω της ιδιαίτερα αυξημένης τουριστικής κίνησης φέτος, αυξημένη είναι η προτίμηση του ελληνικού κρασιού από τους τουρίστες στη χώρα μας με αποτέλεσμα αυτό να φέρει μεγάλη ανάκαμψη στις πωλήσεις του προϊόντος.
Θ. Ντούγκος μόνο όταν περάσει το κατώφλι του οινοποιείου, θα κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις
Παρά τις καιρικές εναλλαγές, η φετινή χρονιά στη Λάρισα είναι μια καλή χρονιά, μια «χρονιά αμπελουργού», όπως τη χαρακτήρισε ο Θάνος Ντούγκος, πρόεδρος του Συνδέσμου Μικρών Οινοποιών Ελλάδας, διευκρινίζοντας πως είναι καλή για τους επαγγελματίες, για όποιον ψεκάζει με προσοχή.
Επίσης, ο κ. Ντούγκος σημειώνει ότι «φαίνεται πως υπάρχει παραγωγή, αλλά μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα από έντονα καιρικά φαινόμενα, όπως ο καύσωνας και το χαλάζι».
Για αυτόν τον λόγο, προτίμησε να μην κάνει κάποια πρόβλεψη, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «το σταφύλι είναι ασφαλές όταν περάσει το κατώφλι του οινοποιείου, τότε μπορούμε να προβλέψουμε. Ο κύριος όγκος του τρύγου θα ξεκινήσει από τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου και έπειτα».
ΚΕΟΣΟΕ:
Στα ίδια επίπεδα τα τελευταία 30 χρόνια η τιμή του οινοποιήσιμου
Σε εισήγηση του προέδρου της ΚΕΟΣΟΕ, Χρίστος Μάρκου, στην 61η Τακτική Γενική Συνέλευση της οργάνωσης, το οινοποιήσιμο σταφύλι χαρακτηρίζεται ως «το μοναδικό αγροτικό προϊόν που η τιμή του εδώ και 30 χρόνια μένει στα ίδια επίπεδα, με αποτέλεσμα η συνέχιση της καλλιεργητικής του φροντίδας εξ αντικειμένου να θεωρείται αμφίβολη».
Επιπλέον, όπως τονίζει ο Χρίστος Μάρκου, το οινοστάφυλο αποτελεί το «αγροτικό προϊόν που υπέστη τις συνέπειες των κρίσεων της τελευταίας δεκαετίας (κρίση δημοσιονομική, υγειονομική, ενεργειακή και κρίση ακρίβειας), χωρίς να στηριχθεί χρηματοοικονομικά και θεσμικά».
Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2021 στην Ελλάδα μειώθηκε η αξία προϊόντων αμπέλου σε ποσοστό -26,7%. Στην εισήγηση επισημαίνεται ότι η εικόνα αυτή δεν είναι προϊόν μιζέριας, αλλά άδικων και αναποτελεσματικών μέτρων και πολιτικών, όπως το μέτρο στήριξης των δύο αποστάξεων.
Υπενθυμίζεται ότι, ουσιαστικά, αυτό το μέτρο αφορούσε οινοποιητικές επιχειρήσεις με παραγωγή για το εμπόριο, οργανώσεις και ενώσεις με παραπάνω από δύο οινοπαραγωγούς, καθώς και διεπαγγελματικές οργανώσεις. Τελικά, ενισχύθηκαν κυρίως «οι οινοποιητικές επιχειρήσεις που πλήρωσαν χαμηλή τιμή σταφυλιού», ενώ «οι Έλληνες αμπελουργοί δεν ωφελήθηκαν στο παραμικρό».
Στην πρώτη θέση το Σαββατιανό
Βέβαια, το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι αν «μπορεί ο Έλληνας αμπελουργός να συνεχίσει να καλλιεργεί και να παράγει κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες που βιώνει καθημερινά».
Η απάντηση δίνεται μέσα από καθημερινά παραδείγματα, όπως τα ζητήματα της μείωσης των εκτάσεων αμπελοκαλλιέργειας, της σημερινής κρίσης ακρίβειας, του αυξημένου κόστους παραγωγής και του κατρακυλίσματος των τιμών τα προηγούμενα χρόνια. Ο πρόεδρος της ΚΕΟΣΟΕ παραθέτει και στοιχεία σχετικά με την κατάσταση που διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα στην οινοπαραγωγή.
Πιο συγκεκριμένα, η συνολική ελληνική οινοπαραγωγή το 2021 ανήλθε στους 246.890 τόνους. Σε ό,τι αφορά την ποικιλιακή σύνθεση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, κυριαρχεί το Σαββατιανό. Ειδικότερα, η ποικιλία αυτή καλύπτει 102,634 στρέμματα που αντιστοιχούν στο 16,11% του αμπελώνα της χώρας, ακολουθούμενη από τον Ροδίτη (93.982 στρ.) και το Αγιωργίτικο (31.279 στρ.).
Η κατανάλωση εκτινάχθηκε με το άνοιγμα του τουρισμού και της εστίασης από 9,71 lit/καταναλωτή, το 2020 στα 26,55 lit/καταναλωτή το 2021. Ποσοστιαία οι εισαγωγές του 2021 ήταν στο 7,63% της αντίστοιχης ελληνικής οινοπαραγωγής και οι εξαγωγές αποτελούσαν το 11,34%, διαμορφώνοντας έτσι ένα θετικό ισοζύγιο.
[quads id=4]