HomeΑΠΟΨΕΙΣ

Θενκ γιου, μίστερ Ρίσι!

Θενκ γιου, μίστερ Ρίσι!

Κατά πολλούς, ο ανόητος ο Σούνακ μόλις έκανε το καλύτερο δώρο στην Ελλάδα. «Ανέβασε» το θέμα των Γλυπτών και τον Μητσοτάκη. Και ταυτόχρονα φανέρωσε πόσο θλιβερά μετεξελίχθηκε ο ίδιος σε νοοτροπία, από άποικος σε αποικιοκράτη!

Οταν η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, ακόμα και μέσα στο βαθύ συντηρητικό άντρο της Ενωσης της Οξφόρδης, κουνούσε το δάχτυλο στην (και τότε) Συντηρητική κυβέρνηση της Μάργκαρετ Θάτσερ λέγοντας «Θέλετε-δεν-θέλετε τα Μάρμαρα είναι δικά μας και θα τα δώσετε πίσω», οι καθεστωτικοί θεσμοί της χώρας (πολιτειακά, πολιτικά, θρησκευτικά, οικονομικά, και βεβαίως ΜΜΕ) απαντούσαν μονολεκτικά «No», όχι.

Κι αν επιχειρούσες να επεκτείνεις λίγο την επιχειρηματολογία σου, η απάντηση ήταν με δύο λέξεις: «No way», με τίποτα. Οταν αποβιβάστηκα στο Νησί, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η Αυτοκρατορία ήταν σε εθνική έπαρση λόγω των Φόκλαντς. Η κακή χρονική μου επιλογή (timing) τότε, να ζητήσω και να πάρω συνέντευξη από μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Βρετανικού Μουσείου, προσέκρουσε στο πολεμικό τους παραλήρημα από τον στρατιωτικό θρίαμβο στο απόμερο ατλαντικό νησί των περίπου 12 τετραγωνικών χιλιομέτρων, όπου τόλμησε η μικρή Αργεντινή να κάνει αυτό που κάνουμε και εμείς για τα Γλυπτά – να πει «είναι δικά μας, δώστε τα πίσω».

Για την υπεράσπιση των κλεμμένων, η Αυτοκρατορία έχει κτίσει μια πάμπλουτη διαλεκτική, με πάμφτωχο περιεχόμενο: Τα Γλυπτά ανήκουν στο Βρετανικό Μουσείο. Τελεία και παύλα. Το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς περιγράφεται επίσης με διπλωματική πονηριά-οξυδέρκεια:

«Τα Γλυπτά αφαιρέθηκαν υπό συνθήκες που παραμένουν αμφιλεγόμενες κατόπιν εντολής του λόρδου Ελγιν, τότε πρέσβη του Ηνωμένου Βασιλείου στην Οθωμανική αυλή. Οι αρχαιότητες στάλθηκαν στο Λονδίνο μεταξύ 1801 και 1804 και πουλήθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο το 1816».

To 1982, η Μελίνα Μερκούρη βρέθηκε στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης του Λονδίνου για μια διάλεξη με τίτλο Δημοκρατία και Τέχνη. Εκεί συναντήθηκε τυχαία με τον τότε υπεύθυνο του Βρετανικού Μουσείου, Ντέιβιντ Ουίλσον. Δεν έχασε την ευκαιρία.

«Θέλουμε πίσω τα Μάρμαρά μας». Our marbles, η συγκεκριμένη ορολογία. Που όμως στην καθομιλουμένη εκεί έχει και μια παρεξηγήσιμη-αισχρή διάσταση, την οποία βεβαίως χρησιμοποίησε επίτηδες ο επηρμένος-εξυπνάκιας άγγλος αξιωματούχος, γελώντας πονηρά: «Εσείς μπορεί να θέλετε τα marbles σας πίσω αλλά υπάρχουν και άλλοι πολλοί που επίσης θέλουν τα marbles τους πίσω».

Ετσι όπως ειπώθηκε, και με τούτο ακριβώς το περιεχόμενο, όλοι εκεί τριγύρω γέλασαν με αυτό που ο Ουίλσον ειρωνικά είπε στη Μελίνα. Δηλαδή «ε, υπάρχουν και άλλοι που θέλουν πίσω τους όρχεις τους!». Γιατί όπως το είπε, εννοούσε ακριβώς αυτό: τα αρχίδια τους! Ετσι λέγονται στην καθομιλουμένη. Ούτε testicles, ούτε καν balls. Είναι marbles!

Την επόμενη μέρα εκείνου του απρόοπτου περιστατικού τα σκανδαλοθηρικά ταμπλόιντ έκαναν, βέβαια, το πάρτι της ζωής τους, εκθειάζοντας τον Ουίλσον «που τάπωσε τη Μελίνα».

Η οποία, ευτυχώς, νομίζω ότι δεν κατάλαβε την αισχρή φράση όπως την κατάλαβαν οι υπόλοιποι… Τα γράφω, λοιπόν, αυτά προσπαθώντας να εξηγήσω πόσο βαθιά έχει εμφυτευθεί στο υποσυνείδητο του βρετανικού κατεστημένου αυτή η δικαίως τόσο ενοχλητική για εμάς ιστορία. Να ξέρετε, δε, ότι εάν κάτι «φτιάχνει» απίθανα το παραδοσιακό βρετανικό bullying (κάτι που ξεκίνησε από τα public-δημόσια σχολεία τους και επεκτάθηκε εν συνεχεία στην πολιτική, στη διπλωματία, στον αθλητισμό κ.λπ.), είναι ακριβώς η αφ’ υψηλού υπεράσπιση των κεκτημένων τους.

Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει και η ορολογία. Για παράδειγμα, με αφορμή το επεισόδιο Σούνακ-Μητσοτάκη, η συντηρητική Times, μολονότι υποστηρικτική για την Ελλάδα,  είχε το εξής απόσπασμα στο στόρι της: «…τα Ελγίνεια Μάρμαρα, κατά άλλους γνωστά και ως Γλυπτά του Παρθενώνα…».

Κατά άλλους! Αν κάτι άλλαξε στο οπλοστάσιο των επιχειρημάτων τους από την εποχή της Μερκούρη είναι πως τότε προέτασσαν ότι «ακόμα κι αν σας τα επιστρέψουμε, δεν έχετε πού να τα βάλετε». Και ισχυρίζονταν επίσης ότι «ακόμα κι αν σας τα δίναμε, λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Αθήνα (δηλαδή το “νέφος”), θα καταστραφούν επάνω στην Ακρόπολη».

«Μπορεί, αλλά είναι δικό μας πρόβλημα, όχι δικό σας», τους είχε πει ο μέγας Γκάντι όταν οι άγγλοι αποικιοκράτες τού έλεγαν ότι «άμα φύγουμε εμείς, θα φαγωθείτε οι ινδουιστές με τους μουσουλμάνους». Δεν πείστηκαν ποτέ από το ελληνικό επιχείρημα για τη φυσική θέση των Γλυπτών και επέστρεψαν στο «they belong here».

Δηλαδή στο σκοτεινό, ανήλιαγο Βρετανικό Μουσείο. Οπου μάλιστα η ποιότητα της συντήρησής τους, όπως και η αναρχία και η έλλειψη σεβασμού από επισκέπτες (σχολεία έκαναν σχεδόν πικ-νίκ εκεί μέσα) έχει αμφισβητηθεί πολλές φορές ανοιχτά.

Έτσι, λοιπόν, καταλαβαίνει κάποιος, από τον γενικά αγενή και προσβλητικό τρόπο με τον οποίο το πολιτικό και μιντιακό κατεστημένο «στέκεται» μπροστά στα Γλυπτά του Παρθενώνα, ότι είναι και θέμα DNA και δεν έχει καθόλου να κάνει με τον Μητσοτάκη, που (καλώς κατά τη γνώμη μου, και έξυπνα πολύ) έβαλε στο παιχνίδι και τη Μόνα Λίζα.

Αυτό, μαθαίνω από τα δημοσιογραφικά μου λαγωνικά στη Λόνδρα, πείραξε πολύ την Ντάουνινγκ Στρίτ. Doesn’t matter. Δεν πειράζει!

Πηγή: Protagon.gr