HomeΑΠΟΨΕΙΣ

Λοιμός-κορονοϊός: Βίοι παράλληλοι από την Τυρναβίτισσα αρχαιολόγο Ασημίνα Τσιάκα

Λοιμός-κορονοϊός: Βίοι παράλληλοι από την Τυρναβίτισσα αρχαιολόγο Ασημίνα Τσιάκα

Η αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ασημίνα Τσιάκα μιλάει στην «ΕτΔ» για την πανδημία που έπληξε την Αθήνα του Περικλή και κάνει παραλληλισμούς με το σήμερα

«Σα να ‘χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου…» λέει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στο «Μοιρολόι της φώκιας». Γεμάτη από μελανά σημεία η ιστορία της ανθρωπότητας που σαν φάρσα επαναλαμβάνεται σε ομόκεντρους κύκλους. Πριν από 2.500

χιλιάδες χρόνια και πολύ πριν τον κορονοϊό μία άλλη πανδημία είχε χτυπήσει την τότε κραταιά δύναμη Αθήνα, αλλάζοντας την έκβαση του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο λοιμός. Η τρομερή μολυσματική ασθένεια που ξεκίνησε από την Αιθιοπία και μέσω της Αιγύπτου και της Λιβύης πέρασε στην Αθήνα, αποδεκάτισε τον πληθυσμό της και σκότωσε τον Περικλή και τα παιδιά του Πάραλο και Ξάνθιππο. Σήμερα η αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λάρισας Ασημίνα Τσιάκα, λίγες μέρες μόλις μετά τη δεύτερη καραντίνα, μιλά στην «ΕτΔ» για την πανδημία του λοιμού που έπληξε τον αρχαίο κόσμο, τον Θουκυδίδη που ξεπέρασε την τρομερή ασθένεια και μας εξιστορεί τα συμπτώματα, τον Ιπποκράτη που ίσως να βρέθηκε στην Αθήνα πολεμώντας κι αυτός τον λοιμό, και κάνει παραλληλισμό του λοιμού με τον κορονοϊό. Αναφέρει δε χαρακτηριστικά η κ. Τσιάκα ότι: «Έχουν περάσει δυόμισι χιλιάδες χρόνια από τότε και ενώ η φύση του λοιμού της Αθήνας διατηρεί ακόμη τον μυστηριακό χαρακτήρα της, οι σημερινές κοινωνίες, ευρισκόμενες σε κατάσταση σοκ και αναμονής, προσπαθούν να δαμάσουν μία νέα άγνωστη επιδημία που μολύνει τη σύγχρονη ατμόσφαιρά μας».
«Πώς έχουμε τόσες πληροφορίες για τον λοιμό» θα ρωτήσουμε την κ. Ασημίνα Τσιάκα για να μας πει ότι «Ο Θουκυδίδης αφηγείται με ακριβή, ορθολογικό και τεκμηριωμένο τρόπο τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου. Βασιζόμενοι στις λεπτομερείς μαρτυρίες του συγγραφέα στο δεύτερο βιβλίο της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, αναφέρεται ότι το 430 π.Χ., δεύτερο έτος του πολέμου και ενώ η Αθήνα πολιορκούνταν από τους Σπαρτιάτες, ξεσπά λοιμός (νόσος). Επρόκειτο για μια καταστροφική λοιμογόνο επιδημία, η οποία στις συνθήκες συνωστισμού του πληθυσμού που επικρατούσαν λόγω της πολιορκίας, έγινε αιτία θανάτου όχι μόνο χιλιάδων Αθηναίων, αλλά του ίδιου του Περικλή, καθώς και των παιδιών του, Πάραλου και Ξάνθιππου. Εκτιμάται πως ο λοιμός σκότωσε το 1/3 του πληθυσμού της πόλης, ο οποίος ανέρχονταν σε 300.000 (ανάμεσά τους 300 ιππείς και 1.400 οπλίτες) και άλλαξε τη ροή του πολέμου, γιατί ενώ η Αθήνα προηγούνταν της Σπάρτης, το τυχαίο γεγονός της νόσου, αποδεκάτισε τον στρατό και τον πληθυσμό της. Η επιδημία εμφανίστηκε πρώτα στον Πειραιά, το πιο σημαντικό εμπορικό και πολεμικό λιμάνι της Αθήνας, με χώρα προέλευσης την Αιθιοπία, η οποία μέσω της Αιγύπτου και της Λιβύης πέρασε στον ελληνικό χώρο. Εξαπλώθηκε και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου και επέστρεψε στην Αθήνα δύο φορές, το 429 π.Χ. και τον χειμώνα του 427/426 π.Χ. Οι Σπαρτιάτες μπροστά στη θέα των νεκρικών πυρών, έλυσαν την πολιορκία και αποχώρησαν για να μην προσβληθούν. Ο Θουκυδίδης μολύνθηκε και ο ίδιος, αλλά επέζησε. Όντας λοιπόν αυτόπτης μάρτυρας και κύρια πηγή του, περιγράφει ακριβώς τα χαρακτηριστικά του λοιμού» θα σημειώσει. Και ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά, θα τη ρωτήσουμε. «Τα συμπτώματα συνοψίζονται στα εξής: ξαφνικά εμφανίζεται έντονος πυρετός, πονοκέφαλος, φλεγμονή στα μάτια, δυσοσμία στόματος, ο λαιμός και η γλώσσα γίνονταν κόκκινα, ακολουθούσε φτέρνισμα και έντονος βήχας. Προχωρώντας η εξάπλωση στο σώμα του θύματος, προκαλούσε εμετό, σπασμούς, φουσκάλες, εσωτερικό πυρετό, ακατάπαυτη δίψα, έλκος στην κοιλιά, διάρροια και τελικά θάνατο. Όσοι άντεχαν μέχρι την 7η ή την 9η ημέρα, οι πιθανότητες επιβίωσης αυξάνονταν, αλλά οι πόνοι ήταν αφόρητοι. Σε περίπτωση επιβίωσης, άλλοι επιζήσαντες είχαν πάθει αμνησία ή είχαν χάσει άκρα, δάχτυλα ποδιών, μάτια, ή ακόμα και τα γεννητικά όργανά τους» θα μας πει. Ούτε οι γιατροί της εποχής, ούτε ο Ιπποκράτης δεν κατάφεραν να βρούνε τη θεραπεία ρωτήσαμε τη Λαρισαία αρχαιολόγο, που τόνισε ότι «Οι ιατροί της εποχής του Θουκυδίδη δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτήν τη νόσο «γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα ούτε οι γιατροί που κοίταζαν τους αρρώστους στην αρχή, γιατί δεν ήξεραν τη φύση του κακού, κι αυτοί οι ίδιοι πέθαιναν σε μεγαλύτερην αναλογία όσο περισσότερο τους πλησίαζαν» (Θουκυδίδης 2.47.4). Ο Ιπποκράτης, αυτός ο σπουδαίος γιατρός της αρχαιότητας, ο οποίος σήμερα θεωρείται ο πατέρας της Ιατρικής, έζησε σε μια εποχή μεγάλων επιδημιών. Υπάρχουν πολλές αναφορές ότι είχε προσκληθεί από Πέρσες και Ιλλυριούς να επισκεφθεί τις χώρες τους και να τις θεραπεύσει από τις ασθένειες που τις έπλητταν. Ανάμεσα στα μέρη που μαστίζονταν από μολυσματικές νόσους ήταν και η Θεσσαλία, στην οποία έζησε και πέθανε το 377 π.Χ. και ως γνωστόν τάφηκε στη Λάρισα. Μολονότι υπάρχουν μεταγενέστερες αναφορές, που θέλουν τον Ιπποκράτη να βρίσκεται στην Αθήνα την περίοδο του λοιμού και να προσπαθεί να δαμάσει την επιδημία, δημιουργώντας υψηλές θερμοκρασίες με φωτιές στους εξωτερικούς χώρους, οι περισσότεροι σύγχρονοι ερευνητές αμφισβητούν την πληροφορία αυτήν, καθώς ο αυτόπτης μάρτυρας Θουκυδίδης όχι μόνο δεν ανέφερε τον Ιπποκράτη, αλλά αντίθετα κατέγραψε ότι όλες οι προσπάθειες των ιατρών να θεραπεύσουν την επιδημία απέτυχαν. Βέβαια ο Θουκυδίδης στην καταγραφή των συμπτωμάτων της νόσου, φαίνεται ότι ακολουθεί τα βασικά ιπποκρατικά συλλογιστικά σχήματα και χρησιμοποιεί την ιπποκρατική ορολογία υποδηλώνοντας ότι γνώριζε την ιπποκρατική ιατρική». «Ξέρουμε σήμερα τι ήταν ο λοιμός της Αθήνας;», «Οι σύγχρονοι ιστορικοί και γιατροί έχουν διατυπώσει πολλές θεωρίες σχετικά με τη φύση του αθηναϊκού λοιμού. Αν και το είδος της επιδημίας παραμένει άγνωστο, εν τούτοις αναφέρονται παραλληλισμοί με μεταγενέστερες επιδημίες, όπως η βουβωνική πανώλη (μαύρος θάνατος), η ευλογιά, η ιλαρά, ο άνθραξ, ο τύφος, ο ιός Έμπολα και η γρίπη, χωρίς όμως αδιάσειστα επιχειρήματα. Μια ελληνική επιστημονική μελέτη, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο ιατρικό περιοδικό International Journal of Infectious Diseases, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτία του λοιμού ήταν ο τυφοειδής πυρετός. Η έρευνα έγινε με τη συνεργασία ιατρών και αρχαιολόγων: της αρχαιολόγου Έφης Βαλαβάνη, του επίκουρου καθηγητή Ορθοδοντικής, Μανώλη Παπαγρηγοράκη, του ορθοδοντικού, Φίλιππου Συνοδινού και του επίκουρου καθηγητή Νευρογενετικής, Χρήστου Γιαπιτζάκη. Σε ανασκαφή μαζικού τάφου 150 θυμάτων του λοιμού, που ανακαλύφθηκε στον Κεραμεικό, το αρχαίο νεκροταφείο της Αθήνας, έγινε έλεγχος του DNA παίρνοντας δείγμα από τον πολφό των δοντιών τριών κρανίων. Στον έλεγχο για τυφοειδή πυρετό, εντοπίστηκε το βακτήριο της Salmonella entericα typhi, που προκαλεί αυτήν τη νόσο. Το συμπέρασμα είναι ότι ορισμένα τουλάχιστον θύματα του λοιμού είχαν τυφοειδή πυρετό, χωρίς να αποκλείεται η πιθανότητα να συνυπήρχε και άλλος λοιμογόνος παράγοντας». Κυρία Τσιάκα, κορονοϊός-λοιμός βίοι, θα τη ρωτήσουμε. «Έχουν περάσει δυόμισι χιλιάδες χρόνια από τότε και ενώ η φύση του λοιμού της Αθήνας διατηρεί ακόμη τον μυστηριακό χαρακτήρα της, οι σημερινές κοινωνίες, ευρισκόμενες σε κατάσταση σοκ και αναμονής, προσπαθούν να δαμάσουν μία νέα άγνωστη επιδημία που μολύνει τη σύγχρονη ατμόσφαιρά μας» θα μας πει χαρακτηριστικά.
Θ. ΑΡΑΜΠΑΤΖΗΣ

Πηγή