HomeΕΛΛΑΔΑ

Αντιδράσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ για αλλαγή ονομασίας τσίπουρο και τσικουδιά

Αντιδράσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ για αλλαγή ονομασίας τσίπουρο και τσικουδιά

Στο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, που αφορά την αλλαγή στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), η ονομασία του αποστάγματος στεμφύλων τσίπουρο και τσικουδιά, που παράγεται από τα παραδοσιακά καζάνια, αντικαθίσταται με τον όρο «παραδοσιακό απόσταγμα διήμερων».

 

Μια ρύθμιση που έχει συναντήσει την αντίδραση των διήμερων αποσταγματοποιών, καθώς εκτιμούν ότι χάνουν το παραδοσιακό όνομα που είχαν τα συγκεκριμένα αποστάγματα.

Στο νομοσχέδιο τροποποιείται ο Ε.Φ.Κ., καθώς ο φόρος επιβάλλεται πλέον, όπως σε όλα τα αλκοολούχα ποτά πλην του κρασιού και της μπύρας, ανά λίτρο άνυδρο, και όχι ανά κιλό, προβλέποντας για το λόγο αυτό υψηλότερο συντελεστή σε σχέση με τον ισχύοντα. Να σημειωθεί ότι για τους παραγωγούς το «μικρό αποστακτήριο», ήτοι μια επιχείρηση απόσταξης που λειτουργεί ως νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητη από κάθε άλλη επιχείρηση απόσταξης, δεν λειτουργεί με άδεια εκμετάλλευσης και η ετήσια παραγωγή της δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) εκατόλιτρα άνυδρης αλκοόλης.

Αντιδράσεις ΣΥΡΙΖΑ
Τη διατήρηση της παραδοσιακής ονομασίας τσίπουρο και τσικουδιά στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών, ζητούν 10 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με τροπολογία που κατέθεσαν στη Βουλή. Όπως αναφέρουν: 

Επειδή η διήμερη απόσταξη τσίπουρου και τσικουδιάς αποτελεί σημαντική παραγωγική διαδικασία με την οποία συμπληρώνουν το εισόδημά τους περί τα 380.000 αγροτικά νοικοκυριά.

Επειδή από αυτήν διαχρονικά παράγεται το προϊόν που στη συνείδηση του καταναλωτικού κοινού έχει ταυτισθεί με τις ονομασίες «τσίπουρο» και «τσικουδιά».

Επειδή πρόκειται για μία υπερεκατονταετή παραδοσιακή πρακτική από την οποία παράγονται αποστάγματα εξαιρετικής ποιότητας από τοπικές πρώτες ύλες των ίδιων των αμπελουργών/διήμερων αποσταγματοποιών, τα οποία δικαιούνται να φέρουν την διαχρονική συνήθη ονομασία τους.

Επειδή τέλος η ίδια η καλή φήμη του «τσίπουρου» και της «τσικουδιάς» και η ταύτισή τους στη συνείδηση του καταναλωτικού κοινού με την Ελλάδα και τις αγροτικές περιοχές της οφείλεται ακριβώς στους διήμερους αποσταγματοποιούς.

Συνάγεται ευλόγως ότι η ονομασία αυτή πρέπει να διατηρηθεί, με κατάλληλες προσθήκες που θα επιτρέπουν τη διάκριση των αποσταγμάτων των διήμερων αποσταγματοποιών από τα αποστάγματα των συστηματικών αποσταγματοποιών.

Αντιδράσεις ΚΙΝΑΛ
Κατά την συζήτηση του ν/σ στην Ολομέλεια της Βουλής τοποθετήθηκε ο Βουλευτής Ηρακλείου του Κινήματος Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ), κ. Βασίλης Κεγκέρογλου, ο οποίος κατέθεσαι και αυτός σχετική τροπολογία. Ο κ. Κεγκέρογλου επεσήμανε μεταξύ άλλων τα εξής:

«Σήμερα είναι μια μαύρη μέρα για την παράδοση και την ιστορία της αγροτικής παραγωγής της Ελλάδας και ιδιαίτερα για τους αμπελοκαλλιεργητές και τους μικρούς αποσταγματοποιούς. Είναι όμως και μια θλιβερή μέρα για την πολιτική: 
Το Υπουργείο Οικονομικών προβαίνει στην τελευταία πράξη ενός γκρίζου σχεδίου που εξυφάνθηκε τα τελευταία 15- 20 χρόνια από συγκεκριμένα συμφέροντα που θέλουν να αντικαταστήσουν την παράδοση από την  βιομηχανία και να μετατρέψουν την ιστορία και τον πολιτισμό σε κέρδη. 
Υπάρχει η ρήση «ό,τι δεν εξελίσσεται πεθαίνει» αλλά εδώ πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο. 

Επειδή η παράδοση όχι μόνο δεν πεθαίνει αλλά αποδείχθηκε τόσο δυνατή που εξελίσσεται αφού αναπαράγεται από την κοινωνία. Επειδή η παράδοση άντεξε στις μέχρι τώρα δολιοφθορές και τη συμπαιγνία πολιτικών σκοπιμοτήτων και οικονομικών συμφερόντων, αποφάσισαν να τη σκοτώνουν. Η παραδοσιακή απόσταξη των υπολειμμάτων από την έκθλιψη και οινοποίηση των σταφυλιών, των στεμφύλων σταφυλής και των άλλων επιτρεπόμενων υλών, με τον πολιτισμό και την κουλτούρα που τη συνοδεύει στα γνωστά καζανέματα, αποτελούν προϊόν άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας. 

Τα παραδοσιακά αποστάγματα που παράγονται, το παραδοσιακό «τσίπουρο» και η «τσικουδιά» των αγροτών – αμπελοκαλλιεργητών, είναι προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας, παραγόμενα με παραδοσιακούς άμβυκες εως 130 λίτρων που λειτουργούν για συγκεκριμένη περίοδο δύο μηνών. Από φρέσκιες τοπικές πρώτες ύλες, σε μικρές και ελεγχόμενες ποσότητες, με παραδοσιακές συνταγές και τεχνικές, που μεταδίδονται από γενιά σε γενιά. 

Τα προϊόντα αυτά αποτελούν συμπλήρωμα της αγροτικής παραγωγής και του εισοδήματος 380.000 αγροτικών νοικοκυριών ενώ διατίθενται στα ρακάδικα και τα τσιπουράδικα, στα καφενεία και τα καταστήματα εστίασης, ως ποιοτικά χύμα παραδοσιακά προϊόντα, τα οποία αναγνωρίζονται, παραγγέλλονται και καταναλώνονται ακριβώς με τις ονομασίες «τσίπουρο» και «τσικουδιά». Αυτές είναι οι συνήθεις ονομασίες τους όπως αναγνωρίζονται από την ΕΕ.

Με τις διατάξεις που έχουν ψηφιστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και την κυρία Παπανάτσιου και τις σημερινές που τροποποιούν τον Τελωνειακό Κώδικα διαπράττεται μια μεγάλη ατιμία: 

Επειδή οι περίφημοι κανόνες της αγοράς στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι με την παράδοση, τα βιομηχανικά lobby απαίτησαν και η Κυβέρνηση εκτελεί κατασταλτικά, βιαίως και με νόμο αφού αφαιρεί οριστικά τα ονόματα «Τσίπουρο και Τσικουδιά» από το παραδοσιακό προϊόν και το αποδίδει στο Βιομηχανικό.

Η αυθαίρετη και ανιστόρητη μετονομασία των παραδοσιακών «Τσίπουρο και Τσικουδιά» σε «Προϊόν απόσταξης διήμερων» εκτός από απαράδεκτη εννοιολογικά και γλωσσολογικά, βάζει στο ίδιο τσουβάλι τα αποστάγματα σταφυλής με τα βιομηχανικά υπολείμματα άλλων προϊόντων ακόμη και άγνωστης προέλευσης αλλά χαμηλού κόστους. 

Έτσι, αφενός απαξιώνεται το παραδοσιακό προϊόν, αφετέρου παραπλανάται  ο καταναλωτής,  o οποίος θα ζητά τσικουδιά – που γνωρίζει παραδοσιακά ότι προέρχεται από σταφύλια – και θα του προσφέρουν «απόσταγμα διήμερων» από άγνωστη και ενδεχομένως μη επιτρεπόμενη και επικίνδυνη για την δημόσια υγεία πρώτη ύλη.

Αυτό βέβαια εξυπηρετεί έμμεσα και τις περιοχές με προϊόντα που θα πήγαιναν στη χωματερή, εις βάρος των αμπελοκαλλιεργητών, της παράδοσης και της ιστορίας. 

Οι φτηνές δικαιολογίες του Υπουργείου Οικονομικών ότι τα ονόματα έχουν κατοχυρωθεί από τη βιομηχανική παραγωγή είναι μια επίσημη απάτη. Ο περίφημος φάκελος που παρουσιάζει και περιγράφει τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής αλλά στο τέλος τον αποδίδει στην βιομηχανία, υποβλήθηκε από το ίδιο το Υπουργείο. Ο Υπουργός, αν θέλει, διατηρεί το δικαίωμα να τον τροποποιήσει και να διορθώσει την ατιμία και την απάτη που έχει διαπραχθεί.  

Καμιά απόφαση Ευρωπαϊκού δικαστηρίου, καμιά απόφαση Ευρωπαϊκού οργάνου, δεν υπεισέρχεται στην ονοματοδοσία. Είναι πατέντα του Υπουργείου Οικονομικών και ιδιαίτερα του Γενικού Χημείου, που μετατράπηκε σε Γενικό Αλχημείο. Δεν είναι ένα άδολο λάθος. 

Είναι ο συνδυασμός του «λόμπιγκ» των βιομηχάνων, των συμφερόντων άλλων προϊόντων που παράγονται μαζικά ή εισαγόμενων υπολειμμάτων πολύ χαμηλού κόστους και αμφίβολης ποιότητας με την πρόθυμη ανταπόκριση υπηρεσιακών παραγόντων και πολιτικών στις απαιτήσεις τους.

Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής επιμένει ότι υπάρχει χώρος για όλα τα προϊόντα, και για τα παραδοσιακά και για τα βιομηχανικά, χωρίς διαστρεβλώσεις των Ευρωπαϊκών οδηγιών, χωρίς νομοθετήσεις κατά παραγγελία υποτιθέμενων τεχνοκρατών και  συγκεκριμένων συμφερόντων σε βάρος του γενικότερου συμφέροντος, της παράδοσης και της ιστορίας. 

Οι ονομασίες «Τσίπουρο και Τσικουδιά» πρέπει και μπορούν να διατηρηθούν και μάλιστα-αν επιθυμεί η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου- με κατάλληλες προσθήκες που επιτρέπουν τη συνύπαρξη αλλά και την διάκριση των αποσταγμάτων των διήμερων αποσταγματοποιών, από τα αποστάγματα των βιομηχάνων και των συστηματικών αποσταγματοποιών.

Το Κίνημα Αλλαγής έχει καταθέσει τροπολογία με την κατάλληλη και ορθή διατύπωση προκειμένου να διασφαλιστούν και να προστατευθούν τα ονόματα Τσίπουρο και Τσικουδιά.

Η Κυβέρνηση οφείλει να αποδεχθεί την τροπολογία για την αποκατάσταση της αδικίας, τη διόρθωση εκούσιων και ακούσιων λαθών με σεβασμό στην ιστορία, την παράδοση και τους παραγωγούς.

Αλλιώς επειδή όσα έχει υποστηρίξει ο Υπουργός ως τώρα στερούνται βασιμότητας θα καταγραφεί στην ιστορία ως ο Υπουργός της Κυβέρνησης Μητσοτάκη που έβαλε την ταφόπλακα σε ένα κομμάτι της παράδοσης, που κατοχύρωσε ο κρητικός Ελευθέριος Βενιζέλος με τις άδειες που έδωσε για την παραγωγή του παραδοσιακού τσίπουρο και τσικουδιάς».

Παϊσιάδης Σταύρος  Πηγή