HomeΙΣΤΟΡΙΑ

Η μάχη του Τυρνάβου, 5-6 Σεπτεμβρίου 1948

Η μάχη του Τυρνάβου, 5-6 Σεπτεμβρίου 1948

Κείμενο: Βαγγέλης Γεωργάς
 
Τον Αύγουστο του 1948, μονάδες της Ι Μεραρχίας του ΔΣΕ (192 Ταξιαρχία, 123 Ταξιαρχία, Ταξιαρχία Ιππικού, Σχολή Αξιωματικών ΚΓΑΝΕ, Λόχος Ασφαλείας ΚΓΑΝΕ), οι οποίες το προηγούμενο διάστημα βρίσκονταν στον Γράμμο, κινήθηκαν προς τη βάση τους, τη Θεσσαλία, προσπαθώντας να εφαρμόσουν στην πράξη το σύνθημα του Γενικού Αρχηγείου
«Η Θεσσαλία να γίνει δεύτερος Γράμμος». Στόχοι τους ο αντιπερισπασμός, η μετακίνηση δυνάμεων του Εθνικού Στρατού νοτιότερα, η στρατολογία και η κάλυψη των αναγκών της επιμελητείας.
Στις 11 Αυγούστου χτυπήθηκε η Καλαμπάκα, στις 20-21 Αυγούστου η Φαρκαδόνα, στις 23-24 Αυγούστου τα Τρίκαλα, στις 5-6 Σεπτεμβρίου ο Τύρναβος, στις 14-15 Σεπτεμβρίου η Αγιά και στις 29 Σεπτεμβρίου η Λάρισα.
 
Οι δυνάμεις που διατέθηκαν για την επιχείρηση κατάληψης του Τυρνάβου ήταν η 192 Ταξιαρχία (22 οπλοπολυβόλα), η οποία ενήργησε μαζί με ίλη του Ιππικού δυτικής Μακεδονίας (5 οπλοπολυβόλα), ο λόχος Ασφάλειας του ΚΓΑΝΕ (9 οπλοπολυβόλα) που υπαγόταν τακτικά στην 192 Ταξιαρχία, η Σχολή Αξιωματικών του ΚΓΑΝΕ (15 οπλοπολυβόλα) και η Ταξιαρχία Ιππικού (26 οπλοπολυβόλα).
 
Ο στόχος που τέθηκε σε αυτήν την επιχείρηση ήταν η ταυτόχρονη κατάληψη της πόλης του Τυρνάβου και της Λάρισας, ώστε να προκληθεί πανικός στις κυβερνητικές δυνάμεις, να εκπληρωθεί το σύνθημα του Γ.Α «να γίνει η Θεσσαλία δεύτερος Γράμμος» και να στρατολογηθούν νέοι μαχητές και μαχήτριες, κυρίως από τον Τύρναβο.
 
Η φρουρά του Τυρνάβου αποτελείτο από τη Διοίκηση Τακτικού Συγκροτήματος (ΤΣΕΤ) υπό τον Συνταγματάρχη Ματζουράνη, 4 λόχους του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Υποψήφιων Βαθμοφόρων (ΚΕΥΒ) υπό τον Αντισυνταγματάρχη Παπαγεωργίου που ήταν εξοπλισμένοι με πολυβόλα και όλμους, από δύο διμοιρίες Εθνοφρουράς, 25 χωροφύλακες, έναν ουλαμό όλμων 3, μια διμοιρία των τριών όλμων των 81 χιλ. και από 100 οπλίτες ΜΑΥ-ΜΑΔ.
 
Η δύναμη της φρουράς κατανεμόταν στους στρατώνες στο νότιο άκρο της πόλης, οι οποίοι προστατεύονταν από κτιστά πολυβολεία σε έδαφος επίπεδο και ακάλυπτο, σε σπίτια γύρω από την πλατεία, σε πολυβολεία στους δρόμους και στις ταράτσες κτηρίων καθώς και σε κτήρια και φυλάκια στις παρυφές της πόλης.
Επίσης, κατείχε το ύψωμα Κριτήρι και τον Προφήτη Ηλία στο βόρειο άκρο της πόλης με μικρή δύναμη. Οι τελευταίες δυνάμεις αποσύρθηκαν για να ενισχύσουν την άμυνα στις παρυφές του Τυρνάβου και στην κεντρική πλατεία μία ημέρα πριν την επίθεση στην πόλη.
 
Το σχέδιο της επιχείρησης προέβλεπε την εξουδετέρωση των εξωτερικών αντιστάσεων στη βόρεια και βορειοανατολική παρυφή της πόλης από την 192 Ταξιαρχία, από την ίλη Ιππικού της δυτικής Μακεδονίας και από τον Λόχο Ασφαλείας του ΚΓΑΝΕ, την διείσδυση στην πόλη, την απομόνωση των εχθρικών αντιστάσεων στους στρατώνες και στις πλατείες, τη διενέργεια στρατολογίας από ειδικό συνεργείο και την ανατίναξη ή πυρπόληση δημόσιων κτηρίων και εργοστασίων καθώς και τη σύλληψη σημαινόντων «αντιδραστικών» πολιτών.
 
Η Σχολή Αξιωματικών θα εξουδετέρωνε τις αντιστάσεις στα υψώματα Κριτήρι- Προφήτη Ηλία στα βόρεια του Τυρνάβου. Μετά την εξουδετέρωση των αντιστάσεων θα εισερχόταν στην πόλη και θα επιστράτευε κατοίκους διαθέτοντας 4 ομάδες ως εφεδρεία της διεύθυνσης της επιχείρησης.
Η Ταξιαρχία Ιππικού παράλληλα θα ενεργούσε επίθεση κατά της Λάρισας. Θα εισερχόταν στο κέντρο της πόλης παρακάμπτοντας τις αντιστάσεις και τους στρατώνες των κυβερνητικών δυνάμεων.
Οι στόχοι που τέθηκαν περιλάμβαναν την καταστροφή δημόσιων κτηρίων, όπως ήταν η στρατιωτική λέσχη, τα κτήρια διαμονής αξιωματικών, εργοστάσια, αποθήκες εφοδιασμού και το ηλεκτρικό εργοστάσιο, τη σύλληψη του δημάρχου, του νομάρχη και των βουλευτών της περιοχής, την τρομοκράτηση της «αντίδρασης» και την ανατίναξη τυπογραφείων εφημερίδων.
Τέλος, η 123 Ταξιαρχία και η ομάδα σαμποτέρ θα κάλυπταν την επιχείρηση από Ελασσόνα, στους δρόμους Ελασσόνα-Μελούνα-Τύρναβο και Ελασσόνα-Δαμάσι-Τύρναβο και από Λάρισα.
Οι επιχειρήσεις είχαν καθοριστεί να ξεκινήσουν ταυτόχρονα στις 23.00 της 5ης προς 6η Σεπτεμβρίου, η σύμπτυξη από τη Λάρισα στις 2.00 και από τον Τύρναβο στις 4.00.
Στο σχέδιο κατάληψης του Τυρνάβου θα βοηθούσε η ταυτόχρονη εισβολή στη Λάρισα, η οποία θα παρενοχλούσε και θα παραπλανούσε τις κυβερνητικές δυνάμεις.
Η επιχείρηση όμως εναντίον της Λάρισας δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Στις 4 προς 5 Σεπτεμβρίου, η Ταξιαρχία Ιππικού συνάντησε τυχαία δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού στη θέση Γκερλί Βελεστίνου και ακολούθησε σφοδρή μάχη στο χωριό Καλαμάκι και Βουλγαρινή Μαυροβουνίου. Έτσι, στάθηκε αδύνατη η εκπλήρωση του σχεδίου.
 
Την προηγούμενη ημέρα της επίθεσης, οι κυβερνητικές δυνάμεις αφού ενημερώθηκαν για τη συγκέντρωση δυνάμεων του ΔΣΕ πέριξ της πόλης από κάποιον τσοπάνη ή αυτόμολο, απέσυραν 2 διμοιρίες από το Κριτήρι και τον λόχο από τον Προφήτη Ηλία για την ενίσχυση της αντίστασης στην πλατεία του Τυρνάβου και των φυλακίων στις παρυφές της πόλης.
Έτσι, για τις δυνάμεις του ΔΣΕ χάθηκε και το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, το οποίο ήταν ιδιαίτερα σημαντικό σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις.
 
Λίγες ώρες πριν την επίθεση πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη ενημέρωση όλων των στελεχών των δυνάμεων του ΔΣΕ από το επιτελείο του ΚΓΑΝΕ, καταρτίστηκαν συνεργεία για τη στρατολογία και την επιμελητειακή εκμετάλλευση ώστε να αποφευχθεί το πλιάτσικο και ορίστηκαν ως οδηγοί ντόπιοι αντάρτες.
Παράλληλα, αποκόπηκαν τηλεφωνικοί στύλοι με στόχο να διακοπεί η τηλεφωνική επικοινωνία της πόλης με τη Λάρισα και την Ελασσόνα και οι δυνάμεις κάλυψης (Λόχος Βύρωνα της 123ης Ταξιαρχίας και ομάδα σαμποτέρ) έλαβαν θέσεις, ναρκοθετώντας δρόμους και παρενοχλώντας τις κυβερνητικές δυνάμεις της Ελασσόνας.
 
 
Η επιχείρηση κατά του Τυρνάβου ξεκίνησε στις 23.00 της 5ης Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με το σχέδιο, με πυκνά πυρά ατομικών και αυτόματων όπλων στις εξωτερικές αντιστάσεις.
Οι δυνάμεις της Ι Μεραρχίας εισέβαλαν στην πόλη στη 1.00 από ρήγμα στη άμυνα που προκλήθηκε στη βορειοανατολική πλευρά, αλλά δεν κατάφεραν να καταλάβουν όλους τους στόχους.
Τα εξωτερικά φυλάκια συγκράτησαν την επίθεση με σκοπό να δοθεί χρόνος στους «αντιδραστικούς» και στους νέους να εισέλθουν στα καταφύγια ή να καταφύγουν στο οχυρωμένο κέντρο της πόλης και στη συνέχεια αποσύρθηκαν σε νέες θέσεις σε γωνίες δρόμων και στον περίβολο των κτηρίων στα οποία ήταν τοποθετημένα στις ταράτσες και στα καμπαναριά πολυβολεία.
Στις πλατείες, στα καταστήματα, στις τράπεζες και στους στρατώνες είχαν τοποθετηθεί τανκς, τα οποία προστάτευαν τα σημεία άμυνας ή περιπολούσαν σε κοντινή απόσταση.
Τη μεγαλύτερη πίεση δέχθηκε ο Λόχος Ασφαλείας Κλιμακίου, που επιτέθηκε στους στρατώνες.
Οι μαχητές του ΔΣΕ δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν εύκολα τα τανκς και τα πολυβολεία, λόγω της έλλειψης αντιαρματικών, της κακής χρήσης της βενζίνης αλλά και της ελλιπούς εκπαίδευσης.
Ένα ακόμα πρόβλημα ήταν η κακή επικοινωνία μεταξύ των διάφορων τμημάτων που λάμβαναν μέρος στην επιχείρηση. Οι ενισχύσεις των κυβερνητικών δυνάμεων έφτασαν στην πόλη στις 2.30 της 6ης Σεπτεμβρίου.
Ο ουλαμός Τεθωρακισμένων και ο ουλαμός Πεζικού του Κέντρου Ενισχύσεως Λάρισας με μία ομάδα πυροσβεστών παρέκαμψαν τις δυνάμεις της κάλυψης και περνώντας μέσα από τον κάμπο έφτασαν στην πλατεία και στην ανατολική παρυφή της πόλης προς τον δρόμο σύμπτυξης των τμημάτων του ΔΣΕ με στόχο την κύκλωση τους.
Στις 4.00 το πρωί δόθηκε το σύνθημα της σύμπτυξης. Την ίδια ώρα, δύο εχθρικά τανκς πραγματοποιήσαν μια βαθιά διείσδυση προς το δρομολόγιο σύμπτυξης μέσα στον κάμπο με σκοπό να παρεμποδίσουν τη διαφυγή των δυνάμεων του ΔΣΕ, προκαλώντας τους αταξία. Τελικά, με τη χρήση πυρών πολυβόλων τα τανκς αποσύρθηκαν και τα τμήματα χωρίς απώλειες συμπτύχθηκαν προς Δελέρια.
Τις πρωινές ώρες, κατέφτασαν στην περιοχή νέες ενισχύσεις από τη Λάρισα, αποτελούμενες από έναν ουλαμό Τεθωρακισμένων και μία πεζοπόρο ίλη της Σχολής Ιππικού και συγκρούστηκαν στα υψώματα Κισλά με τις εφεδρείες των δυνάμεων του ΔΣΕ, χωρίς να πετύχουν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Το βράδυ επέστρεψαν στη βάση τους στη Λάρισα.
Στη μάχη του Τυρνάβου ο ΕΣ, σύμφωνα με έκθεση του ΔΣΕ, είχε 5 εξακριβωμένους νεκρούς, 7 εξακριβωμένους τραυματίες και 9 αιχμαλώτους.
Εκτιμούσε όμως ότι ο πραγματικός αριθμός θα έπρεπε να είναι αρκετά μεγαλύτερος. Από την άλλη πλευρά, οι κυβερνητικές δυνάμεις καταγράφουν 1 ή 2 νεκρούς ΜΑΔ και 8 τραυματίες (7 οπλίτες και 1 χωροφύλακας).
Οι απώλειες του ΔΣΕ, σύμφωνα με τους δεύτερους, ανέρχονταν σε 18 νεκρούς (μεταξύ τους ο Ταγματάρχης Κούρτης και ο Λοχαγός Κρανιάς),* σε 3 συλληφθέντες και 6 παραδοθέντες.
Ο αριθμός των τραυματιών παρέμενε ανεξακρίβωτος, καθώς πολλοί φορτώθηκαν σε κάρα και απομακρύνθηκαν από το πεδίο της μάχης. Επίσης, εγκαταλείφθηκαν από τις δυνάμεις του ΔΣΕ 5 όπλα, 3 άλογα, 2 μουλάρια και το αρχείο του ταγματάρχη της 192 Ταξιαρχίας του ΔΣΕ, Κούρτη.
Τα λάφυρα που αποκόμισε ο ΔΣΕ ήταν 3 οπλοπολυβόλα, 6 τυφέκια, 25 χιλ. σφαίρες, 180 βλήματα ολμίσκου, ιματισμό και άλλα. Κάηκαν όλα τα δημόσια κτήρια, 5-6 οχυρωμένα σπίτια συντηρητικών πολιτών και το εργοστάσιο υφαντουργίας των αδερφών Καραμπέλου. Καταστράφηκαν επίσης 2 τανκς και 1 γέφυρα. Τέλος, επιστρατεύθηκαν σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές 70 άτομα, ενώ σύμφωνα με τον ΔΣΕ 200.
*Ο Ταγματάρχης Γιώργος Κούρτης από τον Πυργετό της Λάρισας στην πραγματικότητα δεν σκοτώθηκε στη μάχη. Στο φύλλο 44 της Εφημερίδας της ΠΔΚ (20 Φεβρουαρίου 1949) προάγεται στον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη. Συνελήφθη στις 16 Μαΐου 1949 και εκτελέστηκε στο Μεζούρλο της Λάρισας στις 20 Ιουνίου.
Ο Λοχαγός Γιώργος Κρανιάς, διοικητής λόχου της Σχολής Αξιωματικών του ΚΓΑΝΕ, πράγματι σκοτώθηκε στη μάχη και ανακηρύχτηκε Ταγματάρχης ΠΕ στις 20 Σεπτεμβρίου 1948.
 
Πηγές – Βιβλιογραφία
1. Αρσενίου Λάζαρος, Γένεση του Εμφυλίου και συνέπειες αυτού, Έλλα, Λάρισα 2001.
2. ΔΣΕ, Ι Μεραρχία, «Συμπεράσματα εκ των μαχών Καλαμπάκας, Τυρνάβου, Αγιάς», 10 Οκτωβρίου 1948, ΓΕΣ/ΔΙΣ, 1013/Δ/6-9.
3. ΔΕΘ, «Έκθεσις γεγονότων προσβολής πόλεως Τυρνάβου υπό Κ.Σ, 6-9-1948», ΓΕΣ/ΔΙΣ, 1012/Δ/26-38.
4. Εφημερίδα Ελευθερία, 7 Σεπτεμβρίου 1948.
5. Εφημερίδα Εμπρός, 7, 9 Σεπτεμβρίου 1948 και 8 Ιουνίου 1949.
6. Εφημερίδα της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, 20 Σεπτεμβρίου 1948.
7. Καραγιώργης Κώστας, «Η διείσδυση στη Βόρεια και Ανατολική Θεσσαλία», Δημοκρατικός Στρατός, 11 Νοεμβρίου 1948.
[quads id=4]